εξομολόγηση

εξομολόγηση
Θρησκευτική πράξη, που σκοπεύει στην εξάλειψη της αμαρτίας ή του σφάλματος. Συναντάται σε τελείως διαφορετικές εποχές (αρχαίους, σύγχρονους και πρωτόγονους πολιτισμούς) και με τις πιο ποικίλες μορφές. Η ε. μπορεί να τελεστεί δημόσια είτε ιδιωτικά, προφορικά ή γραπτά, από ένα άτομο ή ένα σύνολο, και μπορεί να απευθύνεται προς ένα υπερφυσικό ον (τον Θεό ή ένα πνεύμα κλπ.) ή προς έναν άνθρωπο με ιερατική εξουσία (ιερέα, εξομολόγο κλπ.) Η εξάλειψη της αμαρτίας πραγματοποιείται ταυτόχρονα με την ομολογία της: η φωνή, ο λόγος που προφέρεται ή γράφεται, ταυτίζεται με θαυμαστό τρόπο με την αμαρτία που διατυπώνεται, ώστε ο αμαρτωλός, μόλις αποκαλύψει την αμαρτία του, αισθάνεται ότι έχει απαλλαγεί από αυτή. Στη στοιχειώδη αυτή πράξη στηρίζονται συνήθως άλλες πράξεις κάθαρσης, όπως η απόπλυση, η θυμίαση, η αφαίμαξη, η σιάλωση, η εξέμεση κλπ. Σε αυτούς τους εσωτερικούς λόγους προστίθενται ενίοτε εσωτερικά θέματα ηθικού χαρακτήρα, τα οποία βρίσκονται σε εξάρτηση με την έννοια της ίδιας της αμαρτίας· είναι ανάγκη να διακριθεί η περίπτωση κατά την οποία η ε. αφορά μία λειτουργική παράλειψη, την παραβίαση (έστω και αθέλητα) ενός ταμπού κλπ., από την περίπτωση κατά την οποία η παράλειψη βαρύνεται με την έννοια της αμαρτίας και της προσωπικής ευθύνης. Έτσι, από την αρχική εξάλειψη της αμαρτίας, που θεωρείται μίασμα (εξαγνισμός), φτάνουμε στην υψηλότερη έννοια της απελευθέρωσης από τις τύψεις (μεταμέλεια, μετάνοια). Μετάνοια ονομάζεται το μυστήριο της Εκκλησίας, με το οποίο τελείται η χριστιανική ε. και εξαλείφονται όλες οι αμαρτίες που διαπράττονται μετά τη βάπτιση. Το μυστήριο αυτό έχει την αρχή του στα λόγια του Ευαγγελίου «όσα εάν δήσητε επί της γης, έσται δεδεμένα εν τω ουρανώ, και όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα εν τω ουρανώ» (Ματθ. 18, 18) «αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς· αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιωάν. 20, 23). Σύμφωνα με αυτό το πνεύμα τελείται η ε. από τους χριστιανούς ανέκαθεν, όπως μαρτυρούν πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας. Το μυστήριο της ε. επιτελείται μόνο από ιερέα, ο οποίος μάλιστα πρέπει να έχει λάβει την ιδιότητα του εξομολόγου ή του πνευματικού πατέρα, όπως ονομάζεται. Στους πρώτους εκκλησιαστικούς χρόνους, η ε. λάμβανε χώρα μπροστά στη χριστιανική κοινότητα, επειδή, όμως, ήταν δυνατόν να επέμβει η πολιτεία για ορισμένα αδικήματα που την αφορούσαν και η ε. να λάβει άλλη τροπή, καθιερώθηκε ο τρόπος που διατηρείται μέχρι σήμερα. Η δημόσια ε. τελείται ακόμα και σήμερα σε ορισμένα μοναχικά τάγματα της Δύσης. Η ε. δεσμεύει τον ιερέα που τη δέχεται, ο οποίος για κανέναν λόγο δεν έχει δικαίωμα να αποκαλύψει ό,τι άκουσε σε αυτήν.
* * *
η (AM ἐξομολόγησις) [εξομολογώ]
1. πλήρης ομολογία, παραδοχή
2. αποκάλυψη και παραδοχή πταισμάτων και αμαρτιών στον πνευματικό (κατά το μυστήριο τής εξομολογήσεως ή μετανοίας)
νεοελλ.
εμπιστευτική αποκάλυψη μυστικών
αρχ.-μσν.
ομολογία τής ευεργεσίας, ευχαριστία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • εξομολόγηση — η 1. η πλήρης ομολογία, η εξαγόρευση, το ξαγόρεμα. 2. (εκκλησ.), ένα από τα εφτά μυστήρια της ορθόδοξης Εκκλησίας, σύμφωνα με το οποίο ο χριστιανός εξομολογείται τα αμαρτήματά του στον πνευματικό (τον εξομολόγο), με τη μεσολάβηση του οποίου… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐξομολογήσῃ — ἐξομολογήσηι , ἐξομολόγησις admission fem dat sg (epic) ἐξομολογέομαι confess aor subj mp 2nd sg ἐξομολογέομαι confess fut ind mp 2nd sg ἐξομολογέομαι confess aor subj mid 2nd sg ἐξομολογέομαι confess aor subj act 3rd sg ἐξομολογέομαι confess fut …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • (ε)ξομολογώ — (ε)ξομολόγησα, (ε)ξομολογήθηκα, (ε)ξομολογημένος, μτβ. 1. υποβάλλω κάποιον σε εξομολόγηση, τον κάνω να ομολογήσει κάτι. 2. (για ιερέα εξομολογητή), ακούω την εξομολόγηση πιοτού. 3. το μέσ., εξομολογούμαι και ξομολογιούμαι και ξομολογιέμαι,… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εξομολογητικός — ή, ό (AM ἐξομολογητικός, ή, όν) [εξομολογητής] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην εξομολόγηση νεοελλ. αυτός που περιέχει εξομολόγηση, αποκαλυπτικός αρχ. μσν. εκείνος που περιέχει ομολογία τής ευγνωμοσύνης και ευχαριστία προς τον ευεργέτη …   Dictionary of Greek

  • λογισμός — (Μαθημ.). Όρος που συναντάται σε διάφορα πεδία των μαθηματικών: απειροστικός λ., διαφορικός λ., ολοκληρωτικός λ., αριθμητικός λ., διανυσματικός λ., από μνήμης λ., γραπτός λ., μηχανικός λ., λ. της λογικής κλπ. Ο όρος λ. χρησιμοποιήθηκε αρχικά για… …   Dictionary of Greek

  • μετάνοια — Πράξη με τη βοήθεια της οποίας αποκαθίστανται στις διάφορες θρησκείες οι σχέσεις μεταξύ θεότητας και ανθρώπου, οι οποίες διαταράχτηκαν στα πλαίσια κάποιας αμαρτίας. Τόσο στην Ορθόδοξη όσο και στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η μ. αποτελεί ένα από τα… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Μαμαλάκη, Ζερμαίν — (Βρυξέλλες 1924 –). Λογοτέχνης. Είναι αντιπρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Λογοτεχνών και έλαβε μέρος σε πολλά συνέδρια ως εκπρόσωπος της Ελλάδας. Έγραψε μυθιστορήματα, ποιήματα, θεατρικά έργα και κριτικές. Σπουδαιότερα έργα της είναι τα Κατοχή… …   Dictionary of Greek

  • εξομολογάω — / εξομολογώ (παρατατ. ούσα), εξομολόγησα βλ. πίν. 58 Σημειώσεις: εξομολογώ, εξομολογάω, εξομολογούμαι, εξομολογιέμαι : η κλίση σε άω, ιέμαι κυρίως στον απλό προφορικό λόγο (βλέπε και ξομολογάω). Η κλίση κατά το θεωρώ συνηθίζεται περισσότερο. Το ρ …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • εξομολογιέμαι — εξομολογιέμαι, εξομολογήθηκα, εξομολογημένος βλ. πίν. 59 Σημειώσεις: εξομολογώ, εξομολογάω, εξομολογούμαι, εξομολογιέμαι : η κλίση σε άω, ιέμαι κυρίως στον απλό προφορικό λόγο (βλέπε και ξομολογάω). Η κλίση κατά το θεωρώ συνηθίζεται περισσότερο.… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”